Τετάρτη 29 Οκτωβρίου 2008

Ο λόγος σ' εκείνους που αγωνίζονται, προσφέρουν, δημιουργούν

του Βασίλη Καραποστόλη

Μια από τις βασικές δράσεις της «Πρωτοβουλίας» θα μπορούσε να είναι ο εντοπισμός και η προβολή δημιουργικών πράξεων από μέρους ατόμων ή ομάδων σε διάφορους επαγγελματικούς ή κοινωνικούς χώρους. Μέλημά μας θα είναι να παρουσιαστεί αφενός η ευρηματικότητα και η διάθεση για προσφορά προς το κοινωνικό σύνολο των ενεργητικών αυτών ανθρώπων και αφετέρου οι δυσκολίες και τα εμπόδια τα οποία συνάντησαν ή συναντούν ακόμη. Τα εμπόδια αυτά είναι ποικίλα: προκαταλήψεις, παραγκωνισμοί, αποκλεισμοί, κομματικές σκοπιμότητες. H «Πρωτοβουλία» θα αναλάβει να δείξει ότι μερικές φορές πραγματοποιούνται άλματα πάνω από τέτοιους φράχτες, πως υπάρχουν ακόμη κάποιοι που αγωνίζονται για να ολοκληρώσουν ένα έργο θετικό και δημιουργικό εις πείσμα της γενικευμένης πλέον αίσθησης ότι στη χώρα μας οι συγκεκριμένες προσπάθειες για συγκεκριμένες λύσεις προβλημάτων είναι σχεδόν συνώνυμες με τη ματαιοπονία. Σε σχέση μ’ αυτό αξίζει να σημειωθεί και η μεθοδική αποσιώπηση από τα ΜΜΕ θετικών ενεργειών, ενώ, αντίθετα, με κάθε τρόπο τα ίδια τα ΜΜΕ αυτοδιαφημίζονται μπροστά στο κοινό τους ως οι μόνοι ανιχνευτές ενός Κακού δήθεν ανεξάλειπτου, ριζωμένου μέσα στη «συλλογική ψυχή» των Ελλήνων, ψυχή της οποίας τα ελαττώματα και τις διαστροφές αποκαλύπτουν καθημερινά τα δελτία ειδήσεων. Στην πραγματικότητα μια και μόνη είδηση μεταδίδεται: ότι τίποτα δεν αλλάζει –είμαστε αυτοί που είμαστε και το μόνο που μένει είναι να παρακολουθεί ο καθένας στην οθόνη ομοιώματα του εαυτού του να ελίσσονται, να εξαπατούν, να διαπληκτίζονται με άλλους χωρίς να διαφαίνεται η παραμικρή πιθανότητα για ορισμένες συμφωνίες στο όνομα του κοινού συμφέροντος. Στο μέτρο των δυνάμεών της η «Πρωτοβουλία» θα επιχειρήσει να ανοίξει, σταδιακά, ένα διαφορετικό πεδίο δημοσιότητας. Όχι τόσο για να τονώσει τελετουργικά απλώς με κάποιους επαίνους μερικούς συμπολίτες μας, επίμονους στις αρχές τους, όσο για να καταστήσει ορατή, αισθητή, ιδίως στης νεώτερες γενιές, τη δυνατότητα οι «αποκλίνοντες» αυτοί να γίνουν περισσότεροι. Ίσως το ότι είναι πολύ λίγοι, ελάχιστοι είναι ένα γεγονός στο οποίο συμπυκνώνονται το ηθικό, το πνευματικό και το πολιτικό πρόβλημα της Ελλάδας σήμερα. Και απέναντι σ’ αυτό το πρόβλημα η «Πρωτοβουλία» μπορεί να αναπτύξει μια δράση που να συνδυάζει την έρευνα και τη δημόσια συζήτηση με την πρακτική παρέμβαση.

Κυριακή 26 Οκτωβρίου 2008

Ένα αίνιγμα

του Δημήτρη Κουμάνταρου

Τι σχέση έχουν μεταξύ τους;
Το Βατοπέδιο, η ορθο-δοξία, η μισαλλοδοξία, ο μοναχισμός, ο πλουτισμός, ο προσκυνητισμός.
Ο ζάπλουτος γάμος στη Θεσσαλονίκη, του και νυν αντιπροέδρου του ποδοσφαιρικού «ΗΡΑΚΛΗ», μεγαλοδημοσιογράφου «υπερασπιστή του λαού», που ερχόταν πρώτος στην τηλεθέαση.
Ο ζάπλουτος γάμος του αυτοαποκαλούμενου σοσιαλιστή, υπαπιστή πρώην πρωθυπουργού, στο Παρίσι.
Η παρουσίαση του γάμου μεγαλοδικηγόρου με μανεκέν και στη συνέχεια της αντιδικίας μεταξύ τους, από υποτιθέμενα έγκαιρα κι έγκυρα δελτίων ειδήσεων της τηλεόρασης.
Η ανάδειξη της ιδεολογίας της «Μαύρης Τρύπας» από τις πιο προβεβλημένες στήλες, της υποτιθέμενης πιο προοδευτικής εφημερίδας μεγάλης κυκλοφορίας.
Ο πάλαι ποτέ διορισμός, από «σοσιαλιστική» κυβέρνηση, διευθυντή της μεγαλύτερης σε κυκλοφορία Κυριακάτικης εφημερίδας σε διοικητή του Αγίου Όρους.
Ο έλεγχος της ροής της πληροφόρησης από 10 συγκεκριμμένα άτομα-ιδιοκτήτες ΜΜΕ με συγκεκριμμένη ιδιοσυγκρασία και συγκεκριμμένες δραστηριότητες.
Η ανάδειξη δίπλα σε όλους ανεξαίρετα τους πρώην πρωθυπουργούς ατόμων «που δεν τους ήξερε ούτε ο θυρωρός τους» σε κορυφαίους συμβούλους.
Ο πάλαι ποτέ γραμματέας σοσιαλιστικού κόμματος που περνούσε τον καιρό του παίζοντας συναλλαγές δισεκατομμυρίων στο χρηματιστήριο.
Ο υπουργός που φοροδιεύφεγε μέσω εταιριών στο εξωτερικό, ο υπουργός του ΙΚΑ που δεν πλήρωνε εισφορές στο ΙΚΑ, ο υπουργός Πολεοδομίας που δεν τηρούσε τους κανόνες της πολεοδομίας.
Ο καναλάρχης εκπρόσωπος της Ελλάδας στη Διεθνή Ολυμπιακή Επιτροπή που καταδικάστηκε για βαρβάτες πολεοδομικές παραβάσεις, δίχως ποτέ να εφαρμοσθεί η καταδίκη του.
Ο διευθυντής της Siemens στην Ελλάδα που αποδεδειγμένα λάδωνε, αλλά μέχρι τώρα δεν ανακρίθηκε, το ομολογημένο λάδωμα από την ίδια εταιρεία κομμάτων που, συναινετικά, ξεχάστηκε, καθώς και το ποιός συνεργαζόταν με την Siemens για χρόνια στην Ελλάδα και τυγχάνει να ήταν πρώην πράκτορας μυστικών υπηρεσιών πρωην χώρας του ανατολικού μπλοκ και νυν να έχει έδρα στο όνομα του πάλαι ποτέ κομμουνιστή πατρός του στο Πανεπιστήμιο Χάρβαρντ των ΗΠΑ.
Τα ντολμαδάκια στη Κρήτη του πατρός Μπους που πριν γίνει πρόεδρος ήταν κι επικεφαλής της CIA.
O νυν κληρονομικός, ελέω ονόματος, πρόεδρος σοσιαλιστικού κόμματος που κυβέρνησε την Ελλάδα 20 χρόνια και στο πρόσφατο συνέδριό του κόμματος, όπως κι ο προκάτοχός του πρόεδρος, δεν αισθάνθηκε την ανάγκη να πεί ούτε μια λέξη για τη διαφθορά.
Ο νυν, ελέω ονόματος κληρονομικός, πρωθυπουργός που είχε ως κεντρικό συμβουλό του επί του πολιτισμού, στην υποτιθέμενη κοιτίδα, τον κ. Ζαχόπουλο, που με τη σειρά του είχε ως κολλητό του φίλο τον καλλιτέχνη-σκηνοθέτη της ταινίας «Η γκομενάρα από το Μέτσοβο», ο οποίος εξακολουθεί να αποτελεί μέλος κρατικών κριτικών επιτροπών.
Παλιοί και νεόκοποι ηγέτες του σοσιαλισμού, του φιλελευθερισμού, που εξακολουθούν να μιλούν με θρησκευτική προσήλωση στον –ισμό τους, αποφεύγοντας να προσδιορίσουν το συγκεκριμμένο περιεχόμενό τους, του παρελθόντος και του παρόντος, κι επίσης δεν κάνουν καμμιά ουσιώδη αναφορά σε άλλες σημαντικές παραμέτρους της κοινής πολιτικής μας ζωής.
Παλιοί και νεόκοποι επαναστάτες, μεταρρυθμιστές, λυτρωτές, εξυγιαντές, βουτηγμένοι όλοι μας λίγο ως πολύ, στην έπαρση, στην αλαζονεία, στη μισαλλοδοξία, που τσακωνόμασταν και τσακωνόμαστε για το φάρμακο, ενώ ο άρρωστος ψυχοραγεί στα χέρια μας.
Όλοι αυτοί, εμείς, που λέγαμε και λέμε, πως τίποτα δεν μπορεί να γίνει, τι να κάνεις αφού φταίει το κακό μας ριζικό ή κάποιοι άλλοι, συμμετέχοντας κι απολαμβάνοντας(;) τη σαπίλα και τη φθορά.
Κάπου μέσα στη δεκαετία του 1980 ο τότε Γερμανός Πρόεδρος Ρίχαρντ Βάϊτσέκερ είχε πεί: « Στη Γερμανία ο φασισμός κέρδισε όχι επειδή υπήρχαν πολλοί φασίστες, αλλά επειδή δεν υπήρχαν πολλοί δημοκράτες».

Παρασκευή 24 Οκτωβρίου 2008

Κοινοβουλευτισμός και ολιγαρχία

Του Γιώργου Οικονόμου
Δρ Φιλοσοφίας. Συγγραφέας του βιβλίου «Η άμεση δημοκρατία και η κριτική του Αριστοτέλη», Παπαζήσης, 2007.

(Αναδημοσιεύεται από την ΕΠΟΧΗ)
Αυτό που διαπιστώνεται σήμερα από πολλές πλευρές είναι η κρίση του «αντιπροσωπευτικού» πολιτεύματος, όπως αυτό έχει αποκρυσταλλωθεί στην Δύση εδώ και δύο αιώνες. Η κρίση δεν είναι μόνο χρηματοπιστωτική ή οικονομική, όπως λέγεται τελευταίως, αλλά βαθύτερη: είναι κρίση δομών και θεσμών. Οι διαγνώσεις και οι αιτιολογίες ποικίλουν αναλόγως της οπτικής του εκάστοτε ερευνητή, και συνοδεύονται από προτάσεις που κυμαίνονται μεταξύ μεταρρυθμιστικών αλλαγών και ιδεολογικών δικαιολογήσεων. Μια πρόχειρη ματιά στις εφημερίδες, στα περιοδικά, στην τηλεόραση κ.λπ, αρκεί για να διαπιστωθεί ότι υπάρχει ένας πληθωρισμός της λέξεως «δημοκρατία» (σύγχρονη δημοκρατία, έμμεση δημοκρατία, αντιπροσωπευτική δημοκρατία, κοινοβουλευτική δημοκρατία, κ.λπ). Αυτό ο λεκτικός πληθωρισμός αποκρύβει, συνειδητώς ή ανεπιγνώστως, την ουσία ακριβώς του πολιτεύματος αυτού. Και η ουσία είναι ο βαθύς ολιγαρχικός χαρακτήρας του: οι αποφάσεις και οι νόμοι είναι αρμοδιότητα των ολίγων και εξυπηρετούν τα συμφέροντα των ολίγων ισχυρών – ο Κ. Καστοριάδης δικαίως τo αποκαλεί φιλελεύθερη ολιγαρχία.Πράγματι, στα δυτικά πολιτεύματα η ουσιαστική ρητή εξουσία ασκείται από τους ολίγους, βουλευτές και στελέχη του κυβερνώντος κόμματος. Αυτό βεβαίως επιτυγχάνεται με την «εκουσία» εκ μέρους των ανθρώπων παραχώρηση της εξουσίας στους «αντιπροσώπους» και τα κόμματα, και η πράξη της εξουσιοδοτήσεως αυτής είναι η συμμετοχή των ανθρώπων στις εκλογές με καθολική ψηφοφορία. Αυτός ο «σφετερισμός» της εξουσίας από τα κόμματα επιτυγχάνεται με την ιδεολογική χειραγώγηση που αυτά κατορθώνουν να ασκούν στους ανθρώπους: έχουν καταφέρει να τους πείσουν ότι μόνο αυτά είναι ικανά να επιλύσουν τα προβλήματά τους και τα ευρύτερα προβλήματα της κοινωνίας ενώ οι ίδιοι οι άνθρωποι είναι ανίκανοι να τα επιλύσουν. Απαλλοτρίωση κυριαρχίας Προς τον σκοπό αυτό τα κόμματα απεργάζονται παντός είδους μέσα και τεχνάσματα καθ΄ όλη την περίοδο που μεσολαβεί μεταξύ των εκλογικών αναμετρήσεων. Αυτό είναι όμως ιδιαιτέρως εμφανές στο αποκορύφωμα της ιδεολογικής και πολιτικής προπαγάνδας, στο ζενίθ της πλύσεως εγκεφάλου, δηλαδή στις εκλογές. Δεν είναι τυχαίο άλλωστε που η προεκλογική διαδικασία αποκαλείται εκστρατεία, θυμίζοντας στρατιωτική και πολεμική κατάσταση. Πρόκειται ακριβώς περί εκστρατείας με όλη την σημασία της λέξεως: ο εχθρός ή ο αντίπαλος που πρέπει να νικηθεί δεν είναι το αντίπαλο κόμμα ή ο αντίπαλος υποψήφιος/συνυποψήφιος. Ο βασικός αντίπαλος είναι ουσιαστικώς οι ίδιοι οι άνθρωποι-ψηφοφόροι, που πρέπει να βομβαρδισθούν, να λεηλατηθούν, έτσι ώστε εξουθενωμένοι και καθημαγμένοι να παραδοθούν και να υποταχθούν στην εξουσία των κομμάτων και των «αντιπροσώπων». Η ικανή και αναγκαία συνθήκη του ολιγαρχικού πολιτεύματος είναι αφ΄ ενός η παραίτηση, η παθητικότητα των ανθρώπων και ταυτοχρόνως η εγγενής τάση των κομμάτων να αυτοδιαιωνίζονται στην εξουσία. Η «αντιπροσώπευση» είναι, και στην θεωρία και στην πράξη, (απ)αλλοτρίωση της κυριαρχίας των ανθρώπων. Η αλλοτρίωση εννοείται υπό την νομική έννοια του όρου: μεταβίβαση ιδιοκτησίας, μεταβίβαση δηλαδή κυριαρχίας από τους πολλούς προς τους ολίγους «αντιπροσώπους». Όπως σωστά επισημαίνει ο Κ. Καστοριάδης: «Από την στιγμή κατά την οποία, αμετάκλητα και για ορισμένο χρονικό διάστημα (π.χ. πέντε χρόνια), αναθέτει κανείς την εξουσία σε ορισμένους ανθρώπους, έχει μόνος του αλλοτριωθεί πολιτικά». H αντιπροσώπευση δημιουργεί μία «διαίρεση της πολιτικής εργασίας», διαίρεση σε κυριάρχους και κυριαρχουμένους, σε εξουσιάζοντες και εκτελεστές, σε αυτούς που αποφασίζουν και σε αυτούς που εκτελούν. Η διαίρεση αυτή επιτυγχάνεται συν τοις άλλοις με τις εκλογές, πράγμα το οποίο ήξεραν πολύ καλά οι αρχαίοι και γι΄ αυτό θεωρούσαν τις εκλογές χαρακτηριστικό της αριστοκρατίας και της ολιγαρχίας, ενώ την κλήρωσιν χαρακτηριστικό της δημοκρατίας1. Οι βουλευτές, δήμαρχοι, κ.λπ. που θεωρούνται αντιπρόσωποι των ψηφοφόρων, ουσιαστικώς είναι αντιπρόσωποι των ατομικών και κομματικών τους συμφερόντων, καθώς και των συμφερόντων των ισχυρών χρηματοδοτών τους. Η κυρίαρχη, εξ άλλου, σήμερα ιδέα ότι υπάρχουν «ειδικοί» του πολιτικού, δηλαδή «ειδικοί» του καθολικού και τεχνικοί της ολότητας «χλευάζει την ίδια την ιδέα της δημοκρατίας». Η οργάνωση και η δομή των κομμάτων αντανακλά την οργάνωση και δομή της κοινωνίας^ η αρχηγική, πυραμιδωτή, γραφειοκρατική και ιεραρχική δομή τους είναι μια μικρογραφία της αντίστοιχης κοινωνικής και πολιτικής ολιγαρχικής δομής: οι ολίγοι και «εκλεκτοί» κυβερνούν και αποφασίζουν ενώ οι πολλοί τους ψηφίζουν και εκτελούν τις αποφάσεις. Τα κόμματα είναι ο κυρίαρχος και αναμφισβήτητος πρωταγωνιστής του δημοσίου βίου αφού ελέγχουν ασφυκτικώς το σύνολο των ουσιαστικών κοινωνικών δραστηριοτήτων. Ελέγχουν επίσης όλες τις μορφές εξουσίας και εδώ έγκειται ένα άλλο ιδεολόγημα, ένα άλλος μύθος που εντέχνως διοχετεύεται και διακατέχει τους ανθρώπους και τους υποτάσσει στην εξουσία των κομμάτων και των «αντιπροσώπων». Ο μύθος αυτός είναι η λεγομένη «διάκριση ή ανεξαρτησία των τριών εξουσιών». Το ιδεολόγημα αυτό έχει δύο όψεις, τη «διάκριση» και τις «τρεις εξουσίες». Ποια διάκριση εξουσιών;Όσον αφορά τις τρεις εξουσίες –εκτελεστική, νομοθετική, δικαστική – έχουν πάψει από πολλού να είναι τρεις και έχουν αυξηθεί σε πέντε τουλάχιστον άμεσα ορατές, ρητές και θεσμισμένες. Η λεγόμενη εκτελεστική δεν είναι καθόλου εκτελεστική, αλλά ασκεί ουσιαστική πρωτογενή κυβερνητική εξουσία αφού λαμβάνει τις ουσιαστικές αποφάσεις και νομοθετεί θα έπρεπε λοιπόν να λέγεται κυβερνητική εξουσία και κατά συνέπεια να αποδοθεί στην κυρίως εκτελεστική το πραγματικό της όνομα και οι δικαιοδοσίες. Αυτή αποτελείται από τους γενικούς γραμματείς, τις διοικήσεις των δημοσίων οργανισμών, των κρατικών υπηρεσιών, τραπεζών, Εφοριών, Πολεοδομίας, Αστυνομίας, Στρατού, κ.λπ, οι οποίοι όντως εκτελούν τις αποφάσεις της κυβερνήσεως. Είναι δηλαδή ο πανίσχυρος κρατικός μηχανισμός με τις πολυδαίδαλες υπηρεσίες του δια του οποίου η κυβέρνηση υλοποιεί τις αποφάσεις της και την εξουσία της. Σημειωτέον ότι η εκτελεστική εξουσία δεν εκλέγεται αλλά διορίζεται από την κυβερνητική. Και στο σημείο αυτό έχουμε έλλειμμα όχι μόνο δημοκρατίας αλλά και αντιπροσώπευσης. Αυτή λοιπόν είναι η τέταρτη εξουσία, η κυρίως εκτελεστική και διαφοροποιείται από την κυβερνητική. Αυτές μαζί με τη δικαστική (η οποία ούτε και αυτή εκλέγεται) και τη νομοθετική εξουσία αποτελούν τον συνολικό καταπιεστικό μηχανισμό. Η πέμπτη εξουσία είναι το διευθυντήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης, το οποίο επεμβαίνει πια νομίμως και θεσμικώς στις εσωτερικές υποθέσεις, κατευθύνσεις και προσανατολισμούς των κρατών μελών – και δή των μικροτέρων και ασθενεστέρων – κατά ουσιαστικό, δεσμευτικό και τελεσίδικο τρόπο (με κυρώσεις παντός είδους). Θεσμισμένες και μη εξουσίεςΕκτός αυτών των εξουσιών θα πρέπει να αναφερθούν και οι παντοειδείς παράπλευρες μη ρητές εξουσίες με αποφασιστικό βάρος και ρόλο στην λήψη των κυβερνητικών και των τοπικών αποφάσεων. Μια βασική παράπλευρη εξουσία είναι ο Τύπος, τα πανίσχυρα πλέον ΜΜΕ, τα οποία διαπλέκονται στενώς και ασφυκτικώς με την κυβερνητική εξουσία, της ασκούν πιέσεις και εκβιασμούς για παραχωρήσεις παντός είδους, υπό το πρόσχημα της πληροφόρησης / ενημέρωσης και του «ελέγχου» της εξουσίας. Ο αντικειμενικός σκοπός είναι η αμοιβαία καταχύρωση των αντίστοιχων συμφερόντων τους, οικονομικών και εξουσιαστικών. Το ανησυχητικό με την έκτη εξουσία είναι ότι είναι εξωθεσμική και όπως είναι εμφανέστατο δεν είναι μόνο ιδεολογική εξουσία, αλλά πολιτική και οικονομική, συνδεομένη με Τράπεζες και Χρηματιστήριο, καθώς και με παντός είδους εταιρείες και οργανισμούς. Η διαπλοκή των ΜΜΕ με τα μεγάλα οικονομικά συμφέροντα επανεισάγει με έναν άλλον τρόπο στο πολιτικό προσκήνιο την οικονομική ολιγαρχία, η οποία είναι και η ουσιαστική εξουσία και δίνει εκ τους αφανούς τις βασικές κατευθυντήριες γραμμές στα δημόσια πράγματα. Τέλος, μια παράπλευρη εξουσία, που τα τελευταία έτη ανέρχεται, ιδιαιτέρως με ανησυχητικό ρυθμό και δημόσια παρουσία εν Ελλάδι, είναι η θρησκεία και η εκκλησία. Εκτός του ιδεολογικού ρόλου και της ιδεολογικής εξουσίας που ανέκαθεν ασκούσε, η εκκλησία, διεκδικεί πλέον μερίδιο και στην πολιτική εξουσία, αναδεικνυόμενη σε κράτος εν κράτει. Όσον αφορά την άλλη όψη, την «διάκριση ή ανεξαρτησία των εξουσιών», αυτή είναι ο μέγας μύθος του κοινοβουλευτικού πολιτεύματος, αφού δεν υφίσταται καμιά ανεξαρτησία και αυτονομία μεταξύ των τεσσάρων ρητών θεσμισμένων εξουσιών. Πράγματι η κυβερνητική εξουσία του πλειοψηφούντος κόμματος, ελέγχει την εκτελεστική του κρατικού μηχανισμού και των υπηρεσιών, ελέγχει την νομοθετική αφού έχει την πλειοψηφία στην βουλή όπου ασκείται το νομοθετικό έργο, και, τέλος, κατά το μάλλον ή ήττον ελέγχει και την δικαστική, με τον καθορισμό του πλαισίου της λειτουργίας της και την επέμβαση στην σύνθεση των ανωτάτων δικαστικών θεσμών (λ.χ. στην Ελλάδα, του Αρείου Πάγου, του Συμβουλίου της Επικρατείας, του Ελεγκτικού Συνεδρίου). Αυτό συνεπώς που διαγράφεται ως πολιτικό τοπίο είναι ένα ιεραρχικό πλέγμα εξουσίας με υποεξουσίες και ανθυποεξουσίες ελεγχόμενες από την κεντρική κυβερνητική, η οποία ελέγχεται από την εξουσία της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Όλες αυτές μαζί ασκούνται επί του μεγάλου πλήθους των ανθρώπων, οι οποίοι ουδεμία απόφαση λαμβάνουν ουδένα νόμο ψηφίζουν και σε ουδεμία εξουσία μετέχουν – εκτελούν απλώς τις αποφάσεις και τις εντολές ως καλοί υπήκοοι. Αποκαλούνται όμως κατ΄ ευφημισμόν και καταχρηστικώς πολίτες ή αυτοαποκαλούνται οι ίδιοι με αρκετή δόση αυτοϊκανοποίησης. Είναι συνεπώς λανθασμένο να χαρακτηρίζονται τα σημερινά δυτικά πολιτεύματα δημοκρατίες, ενώ είναι καθαρόαιμες ολιγαρχίες. Αυτό σημαίνει ότι εκτός της πολιτικής αλλοτρίωσης των ανθρώπων υπάρχει και η ιδεολογική αλλοτρίωση. Με άλλα λόγια αυτός που θεωρεί και αποκαλεί τα σημερινά δυτικά πολιτεύματα δημοκρατίες, έστω με ένα επίθετο της αρεσκείας του, απατά ή απατάται, τρίτη επιλογή δεν υπάρχει.
1 Το επισημαίνει ο Αριστοτέλης στα Πολιτικά, 4, 1294β9-11: «δημοκρατικόν μεν είναι το κληρωτάς είναι τας αρχάς το δ’ αιρετάς ολιγαρχικόν». Για τα χαρακτηριστικά της (άμεσης) δημοκρατίας βλ. Γ. Ν. Οικονόμου, Η άμεση δημοκρατία και η κριτική του Αριστοτέλη, Παπαζήσης, Αθήνα, 2007.

Τετάρτη 22 Οκτωβρίου 2008

Σε αναζήτηση νέων μορφών πολιτικής δράσης

του Θάνου Κωτσόπουλου

Παρά τις προβλέψεις ορισμένων θεωρητικών της πολιτικής επιστήμης ότι το παραδοσιακό «αγωνιστικό ρεπερτόριο» των κοινωνικών κινημάτων (διαδηλώσεις, καταλήψεις, συγκρούσεις με την αστυνομία κλπ.) θα έχανε την απήχησή του και θα ξεθώριαζε, η ζωή, ιδίως τα τελευταία χρόνια, απέδειξε το αντίθετο. Η διαμαρτυρία στον ανοικτό δημόσιο χώρο παραμένει ίσως η κυριότερη ελπίδα του κοινωνικά ριγμένου και πολιτικά προδομένου ανθρώπου για πολιτική συμμετοχή, αφού το σύστημα επιμένει να τον κρατά σε στέρηση και αποκλεισμό.
Υπάρχει φυσικά μια 20ετία (1980-2000) κατά την οποία η αγωνιστική πολιτική δράση συρρικνώθηκε και οι λόγοι είναι περίπου γνωστοί. Σήμερα απομένει ως απόηχος ένα αίσθημα κόπωσης για τις παλιές και τετριμμένες μορφές πολιτικής διαμαρτυρίας και δράσης, εκείνες τουλάχιστον με τις οποίες πάντα εκφράζονταν τα κοινωνικά κινήματα. Το αγωνιστικό ρεπερτόριο μοιάζει «εκτός μόδας» και αναζητούνται νέες μορφές πολιτικής δράσης, πιο «αντισυμβατικές», όπως π.χ. το μποϋκοτάρισμα ορισμένων προϊόντων, η κατανάλωση «με πολιτικό ή ηθικό μήνυμα», χτυπήματα στους μεσάζοντες, η «ηθική χρηματοδότηση», ο «ηθικός τουρισμός», τα ηλεκτρονικά δίκτυα με ομαδικά email ή ιστοσελίδες, η παραπλάνηση των δημοσκοπήσεων, ίσως ακόμα και η σατιρική εκπομπή ενός ταλαντούχου κωμικού αλλά και η επιβράβευση της κοινωνικής αλληλλεγγύης. Παλιές και νέες μορφές πολιτικής πράξης με κριτήριο την υπεράσπιση των κοινωνικών δικαιωμάτων, την ουσία της δημοκρατίας, τις ειρηνικές σχέσεις των λαών, την ανθρωπιά, το σεβασμό της φυσιογνωμικής ιδιαιτερότητας, δεν αντιπαρατίθενται. Εμείς επιλέγουμε την προσφορότερη, σημασία έχει η επίγνωση του στόχου.
Το γεγονός ότι αυτό το εναλλακτικό αγωνιστικό ρεπερτόριο είναι πρόσφατο και δοκιμάζεται ακόμα σε κάποιες χώρες της Ευρώπης πρέπει να μας κάνει καταρχήν επιεικείς με τα όποια ενδεχόμενα λάθη του και ανοικτούς στην πρωτοτυπία του, χωρίς ωστόσο να παραιτηθούμε από την όποια κριτική θέλουμε να ασκήσουμε στην Α ή Β εφαρμογή του. Πολλές θα είναι οι αντιφάσεις και τα ασυνάρτητα κενά που θα εμφανιστούν από ακτιβιστικές δράσεις οι οποίες θα απευθύνονται σε ευρύ, διαταξικό και τυχαίο κοινό και σε σημαντικό βαθμό θα στηρίζουν την επιτυχία τους στον αιφνιδιασμό, την αυτοματική αντίδραση, το όπλο του παράδοξου αλλά και το χιούμορ. Οι πολίτες, ανεξάρτητα από το αν είναι μέλη κομμάτων, απλοί ψηφοφόροι ή ανένταχτοι έχουν ανάγκη να εκφραστούν πολιτικά με περισσότερη δημιουργικότητα και φαντασία και συνεπώς θα αναπτύξουν θετική στάση απέναντι σε τέτοιες πρωτοβουλίες. Αυτός ο ίδιος ο εμπλουτισμός των πολιτικών δράσεων θα αποτελέσει κίνητρο να σπάσει ο γύψος του απονεκρωμένου και παραμερισμένου πολίτη.
Η ομάδα πρωτοβουλίας «Συμπολίτες» έχει ήδη αρχίσει ένα διάλογο πάνω σ’ αυτά τα θέματα. Επιθυμία όλων των συμμετεχόντων είναι, πιστεύω, μια ανοιχτή πρόσκληση σε όλους. Στην ιστοσελίδα simpolites.blogspot.com μπορεί να αρχίσει ένας διάλογος με κατάθεση σχετικών ιδεών και προτάσεων. Ιδιαίτερη σημασία έχει η συμμετοχή νέων ανθρώπων από το χώρο που καθένας βρίσκεται. Οι ιδέες, η φαντασία, το χιούμορ και η πρωτοτυπία των νέων θα είναι ο φρέσκος αέρας για να διαμορφωθεί συλλογικά, δημοκρατικά, με ανοικτό διάλογο, από τα θεμέλια ένα νέο τοπίο αγωνιστικών παρεμβάσεων και ανατροπών. Ο τόπος μας χρειάζεται τη συμμετοχή μας. Ας προσπαθήσουμε.

ΔΙΑΓΡΑΜΜΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΡΟΣΦΑΤΗ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΚΡΙΣΗ

Του Διονύση Διβάρη

1. Οι τράπεζες κερδίζουν από τα δάνεια. Ο νόμος τις υποχρεώνει να δανείζουν με λογικά κριτήρια, αλλά το κίνητρο του κέρδους είναι ισχυρό.

2. Τα τελευταία χρόνια στις ΗΠΑ τα επιτόκια ήταν χαμηλά και οι τιμές των ακινήτων ανέβαιναν. Έτσι οι τράπεζες είχαν συμφέρον να δίνουν δάνεια με υποθήκη το σπίτι, ακόμα και σε ανθρώπους που δεν είχαν αρκετό εισόδημα. Αν δεν εξοφλήσει θα πάρω το σπίτι - έτσι σκεφτόταν η τράπεζα.

3. Συχνά οι τράπεζες χρησιμοποιούσαν μεσίτες για να διαφημίζουν και να συμφωνούν τα δάνεια με τους πελάτες. Οι μεσίτες πληρώνονταν με ποσοστά και είχαν κάθε συμφέρον να πείθουν τους ανθρώπους να δανειστούν. Πάρε το δάνειο με υποθήκη το σπίτι, τα ακίνητα ανεβαίνουν, αν έχεις πρόβλημα πουλάς το ακίνητο σε καλύτερη τιμή, εξοφλείς το δάνειο και σου μένει η διαφορά - έτσι έλεγαν οι μεσίτες.

4. Έτσι τα δάνεια μεγάλωναν και οι τιμές στην κτηματαγορά ανέβαιναν. Στο μεταξύ, με τις τεχνολογικές αλλαγές, το άνοιγμα των αγορών και τη φορολογική πολιτική που ευνοούσε τους πλούσιους, το πραγματικό εισόδημα των περισσότερων μειωνόταν. Οι πιο πολλοί άνθρωποι ζούσαν με δανεικά.

4. Οι τράπεζες έβλεπαν βέβαια τον κίνδυνο - ότι σε κάποια στιγμή η «φούσκα» θα σπάσει, οι οφειλέτες δεν θα μπορούσαν να πληρώνουν τις δόσεις των δανείων, θ’ άρχιζαν κατασχέσεις και πλειστηριασμοί που θα γκρέμιζαν τις τιμές των ακινήτων. Αν βγάλεις ένα σπίτι σε πλειστηριασμό μπορεί να πιάσεις καλή τιμή. Αν όμως βγάλεις χίλια μαζί; Τότε μπορεί να μη βρίσκεις αγοραστή. Αν ο οφειλέτης σου δεν έχει άλλη περιουσία, από πού θα εισπράξεις τότε το υπόλοιπο ανεξόφλητο δάνειο;

5. Αυτόν τον κίνδυνο δεν τον άφησαν πάνω τους οι τράπεζες. Και δεν μπορούσαν να τον αφήσουν, γιατί οι διεθνείς κανονισμοί επιβάλλουν κάθε τράπεζα να έχει κεφάλαιο τουλάχιστον 8% των δανείων της. Δηλαδή για κάθε 100 δολάρια (ή ευρώ) που δανείζει μια τράπεζα, πρέπει να δεσμεύει τουλάχιστον 8 δολάρια (ή ευρώ) στα δικά της κεφάλαια.

6. Ο κανονισμός αυτός θεσπίστηκε για την ασφάλεια των τραπεζών αλλά και των καταθετών. Οι τράπεζες δίνουν δάνεια με προθεσμία από μήνες μέχρι πολλά χρόνια αλλά μαζεύουν τα χρήματα από καταθέσεις που είναι σε άμεση ζήτηση ή με μικρή προθεσμία. Πρέπει λοιπόν να υπάρχει κάποια αναλογία μεταξύ δανείων και καταθέσεων, ώστε να μη βρεθεί η τράπεζα σε αδυναμία να πληρώσει αν για οποιοδήποτε λόγο οι καταθέτες τρέξουν να «σηκώσουν» λεφτά.

7. Τέτοιοι κανονισμοί δεν αρέσουν στις τράπεζες, γιατί περιορίζουν τη χορήγηση δανείων άρα και το κέρδος (τους τόκους). Βρέθηκε λοιπόν η λύση: η τράπεζα μαζεύει μια ομάδα δανείων, τα πουλάει σε μια ειδική εταιρία με τέτοιο σκοπό, προεισπράττει δηλαδή στην ουσία τα μετρητά (την αξία των δανειακών απαιτήσεων) και η ειδική εταιρία γίνεται «ιδιοκτήτης» των δανείων. Ο πελάτης δεν βλέπει πρακτική διαφορά, γιατί η τράπεζα μένει κατά κανόνα «διαχειριστής» και οι δόσεις πληρώνονται στον ίδιο λογαριασμό όπως στην αρχή.

8. Για την τράπεζα υπάρχει όμως μια πολύ μεγάλη διαφορά. Στην περιουσία της τώρα, αντί για τις απαιτήσεις από τα δάνεια που μόλις χορήγησε, έχει πάλι μετρητά, ζωντανό χρήμα. Άρα δεν την περιορίζει ο κανόνας «8% κεφάλαια για κάθε δάνειο» και μπορεί αμέσως να ξαναδανείσει. Πάλι και πάλι, επαναληπτικά.

9. Πού όμως βρίσκει η «εταιρία ειδικού σκοπού» τα χρήματα για ν’ αγοράσει τα δάνεια από την τράπεζα; Απλά, εκδίδει ομολογίες (χρεώγραφα) που τις αγοράζουν κεφαλαιούχοι επενδυτές, ιδιώτες (τράπεζες, επενδυτικές εταιρίες, μεγάλες επιχειρήσεις, εύπορα άτομα), ασφαλιστικά ταμεία ή άλλοι δημόσιοι οργανισμοί. Οι ομολογίες αυτές εξασφαλίζονται με τις υποθήκες των δανείων και γιαυτό θεωρούνται «καλή τοποθέτηση».

10. Τι έγινε λοιπόν μ’ αυτό τον τρόπο; Ο κίνδυνος να μείνει το δάνειο ανεξόφλητο έφυγε από την τράπεζα και διαχύθηκε σε όλους τους επενδυτές που αγόρασαν τέτοιους τίτλους (ομολογίες). Αν αρχίσουν οι δανειολήπτες να «βουλιάζουν» κάτω από το βάρος της κακής οικονομικής τους κατάστασης και δεν μπορούν να πληρώνουν τις δόσεις των δανείων, θ’ αρχίσουν εξώσεις, κατασχέσεις και πλειστηριασμοί των σπιτιών. Κι αν αυτά πληθύνουν, ούτε καλή τιμή θα βρίσκουν τα ακίνητα στην αγορά ούτε βέβαια οι άνθρωποι αυτοί θα μπορούν να ξαναπάρουν δάνειο. Αν οι τράπεζες δεν είχαν διώξει από πάνω τους τα δάνεια, θα πάθαιναν εκείνες όλη τη ζημιά. Αφού όμως τα πούλησαν σε τρίτους, τη ζημιά θα τη μοιραστούν οι επενδυτές.

11. Όποιος παθαίνει μια σοβαρή ζημιά βλέπει να χάνει τους χρηματοδότες του, γιατί δεν τον πιστεύουν. Μειώνει τα έξοδα, περιορίζει τις αγορές. Κάθε ζημιά που παθαίνει μια τράπεζα ή επενδυτής (εταιρία, ιδιώτης, ασφαλιστικό ταμείο, δημόσιο) σημαίνει αλυσίδα ζημιών για όλους, γιατί περιορίζεται η οικονομία και χάνονται δουλειές. Το χρήμα γίνεται πιο ακριβό γιατί καθένας δανείζει δύσκολα και με κίνδυνο. Αυτό σημαίνει ακόμα μεγαλύτερη αδυναμία να πληρώνονται οι δόσεις των δανείων, και η κρίση χειροτερεύει.

12. Οι τράπεζες πωλούσαν λοιπόν μεγάλες ομάδες δανείων σε επενδυτές, και κάθε φορά έδιναν καινούρια δάνεια. Αλλά δεν περιορίστηκαν σ' αυτό. Έφτιαξαν ασφαλιστικά προϊόντα για να καλύψουν πολλούς κινδύνους. Είσαι γεωργός και πληρώνεις τα λιπάσματα σε δολάρια αλλά για την παραγωγή εισπράττεις ευρώ; Αγόρασε από την τράπεζα ένα συμβόλαιο ανταλλαγής δολαρίων με ευρώ με κλειδωμένη τιμή στην ορισμένη προθεσμία. Έχεις δανειστεί με επιτόκιο που αναπροσαρμόζεται αλλά θέλεις σιγουριά; Πάρε ένα συμβόλαιο προστασίας επιτοκίου. Έχεις αγοράσει μετοχές ή ομολογίες της εταιρίας Χ και καρδιοχτυπάς μήπως πτωχεύσει; Ορίστε ένα «πιστωτικό παράγωγο» που σου πληρώνει την ακέραιη αξία του κεφαλαίου σου αν συμβεί το ζημιογόνο γεγονός ... Και τα λοιπά.

13. Παρόμοια, οι τράπεζες έφτιαξαν και επενδυτικά προϊόντα με μεγάλες αποδόσεις, αλλά και μεγάλους κινδύνους. Τίτλους με απόδοση που εξαρτάται από τους δείκτες μετοχών, την κίνηση των επιτοκίων, του συναλλάγματος, από την αξία εμπορευμάτων, την εκπομπή ρύπων, από τις καιρικές συνθήκες … Και άλλα πολλά.

14. Κανένα από τα προϊόντα αυτά, από μόνο του, δεν ήταν κακό. Αν κανείς ξέρει τι κάνει, αν χρησιμοποιεί το προϊόν για να καλύψει κινδύνους ή για καλύτερη απόδοση γνωρίζοντας τους κινδύνους, έχει καλώς. Όμως πολλά απ’ αυτά τα προϊόντα είχαν τόσο δύσκολα μαθηματικά ώστε ήταν σχεδόν αδύνατο να καταλάβει κανείς πραγματικά την αξία τους και τους κινδύνους που περιείχαν. Και τα ποσά ήταν τεράστια, χιλιάδες φορές τις πραγματικές οικονομικές αξίες. Γιατί κάθε τέτοιο προϊόν, κάθε «παράγωγο» όπως αποκαλείται, χρησίμευε ως βάση για ολοένα καινούρια «παράγωγα». Και η πυραμίδα μεγάλωνε.

15. Δάνεια λοιπόν σε ανθρώπους που δεν είχαν να τα εξοφλήσουν, με υποθήκη σπίτια που έχαναν σε αξία μόλις άρχιζαν οι πλειστηριασμοί. Δάνεια που δεν κράτησαν οι τράπεζες αλλά τα διαμοίρασαν σε πολλούς επενδυτές, ιδιώτες και δημόσιους οργανισμούς, σε όλο τον κόσμο. Κεφάλαια των τραπεζών πολύ μικρότερα και από τα ελάχιστα που ο νόμος απαιτεί να υπάρχουν διαθέσιμα για τους καταθέτες. Αλυσίδες παράγωγων, δευτερογενών και τριτογενών συμβολαίων – στοιχημάτων πάνω σε όλες τις προηγούμενες αξίες. Όλα αυτά στηρίζονταν σε μια μικρή παραγωγική βάση, τελικά στην ικανότητα των οφειλετών να πληρώνουν κανονικά.

16. Άλλωστε οι τράπεζες (ή οι επενδυτικοί οργανισμοί) που σχεδίαζαν όλες αυτές τις πυραμίδες σε πολλές περιπτώσεις δεν ήταν κανονικές τράπεζες. Δηλαδή δεν δέχονταν καταθέσεις οι ίδιες, ούτε δάνειζαν. Σχεδίαζαν τον δανεισμό των άλλων, διοργάνωναν τις εκδόσεις των τίτλων. Ήταν, όπως λέγεται, «επενδυτικές τράπεζες», «ανάδοχοι» και μόνο, αγόραζαν πχ. ομολογίες για μια μέρα και τις μεταπωλούσαν αμέσως με προσυμφωνημένο κέρδος. Είχαν λοιπόν ελάχιστα δικά τους κεφάλαια ανάλογα με τα περιουσιακά στοιχεία στο ενεργητικό τους αλλά και ανάλογα με τις υποχρεώσεις τους. Εύκολα μπορούσαν να γκρεμιστούν αν κάθε τρίμηνο, που επαναξιολογούσαν την περιουσιακή τους κατάσταση, έπρεπε να γράψουν σημαντικές ζημιές. Είτε γιατί τα ακίνητα έχαναν αξία και οι ενυπόθηκες ομολογίες δεν άξιζαν πια την αρχική τους τιμή, είτε γιατί άλλοι –αντισυμβαλλόμενοι- οργανισμοί που τους χρωστούσαν έβλεπαν να χάνουν την περιουσιακή τους φερεγγυότητα. Έτσι καθένας μετέδιδε το δηλητήριο της αφερεγγυότητας στον άλλο.

17. Η κρίση αυτή δεν είναι κάτι καινούριο. Από τα μέσα του 19ου αιώνα, με κάθε επέκταση της παραγωγής που βασίζεται στο κεφάλαιο, κάθε τόσο υπάρχουν κρίσεις. Τελικά, αυτές οφείλονται στο ότι οι αξίες που παράγονται διανέμονται σε λίγους (κεφαλαιούχους) και με τέτοιο τρόπο ώστε τα προϊόντα και οι υπηρεσίες δεν βρίσκουν αγοραστές με εισόδημα για να τα αγοράσουν.

18. Οι κρίσεις δεν είναι όλες ίδιες. Το πιστωτικό σύστημα (οι τράπεζες) μπορεί να τις σκεπάζει για αρκετό διάστημα, δίνοντας δανεικά που τονώνουν τα εισοδήματα - προσωρινά - και τη ζήτηση. Όσο πιο αναπτυγμένο και διεθνές είναι το χρηματοπιστωτικό σύστημα, τόσο μπορεί να κατασκευάσει αντίδοτα – τα περιγράψαμε παραπάνω -που καθυστερούν την κρίση. Όλα όμως τα αντίδοτα, ενώ καθυστερούν την κρίση, την κάνουν πιο δυνατή όταν τελικά ξεσπάσει. (Έτσι η κεντρική τράπεζα των ΗΠΑ κράτησε αρκετό διάστημα χαμηλά τα επιτόκια για να τονώσει την οικονομία και την κτηματαγορά, και συνέβαλε στη «φούσκα των ενυπόθηκων δανείων υψηλού κινδύνου» που περιγράψαμε στην αρχή.)

19. Όταν η κρίση ξεσπάσει όλοι θυμούνται το κράτος. Στην επεκτατική φάση, βέβαια, όσο ο ουρανός των κερδών είναι ξάστερος, το κράτος είναι μια ακριβή και ενοχλητική μηχανή, ένα γηροκομείο, νοσοκομείο ή φτωχομείο για τους ηττημένους της οικονομικής ζωής, το οποίο πρέπει να μη κοστίζει και πολύ ακριβά, να δίνει πάντως καλές παραγγελίες έργων στις επιχειρήσεις και να διατηρεί σχετική ησυχία και τάξη. Στην κρίση όμως, όλα αλλάζουν. Το κράτος υποχρεώνεται να παρέμβει, και γίνεται ξαφνικός σωτήρας. Οι ζημίες πρέπει να πληρωθούν από τον φορολογούμενο, ενώ τα κέρδη – των καλών ημερών - αποταμιεύθηκαν ή ξοδεύτηκαν από τους οικονομικούς ηγέτες, για την «καλή ζωή».

20. Έτσι, παρά τις αντιρρήσεις, διαμορφώθηκαν δύο σχέδια κρατικής δράσης. Με το πρώτο, το «σχέδιο Πώλσον», το δημόσιο αγοράζει τα ανεπιθύμητα «τοξικά δάνεια» και οι τράπεζες τα ξεφορτώνονται. Σε ποια τιμή; Θα καλύψει το κράτος τη ζημιά των άπληστων τραπεζιτών; Κατά συμβιβασμό, προβλέπεται ένα σύστημα δημοπρασιών, ρυθμίσεων για την ανακούφιση δανειοληπτών, ανάκτησης κερδών και υπέρογκων αμοιβών από τους τραπεζίτες κλπ.

21. Με το δεύτερο, «ευρωπαϊκό» σχέδιο, το δημόσιο κεφαλαιοδοτεί εξαρχής τις τράπεζες που απαξίωσαν τις μετοχές τους, παίρνει όμως σε αντάλλαγμα νέες προνομιούχες μετοχές και προβαδίζει έτσι από τους παλιούς μετόχους. Το κράτος πάλι τραπεζίτης. Σε ακραία περίπτωση, κρατικοποιείται ολόκληρο το πιστωτικό σύστημα.

22. Κανένα από τα μέτρα αυτά δεν καλύπτει τις πιστωτικές ανάγκες των φτωχών πολιτών. Μια ιδιωτική τράπεζα, με κριτήριο το κέρδος, αναγκαστικά θα δανείσει τον αδύναμο με υψηλό επιτόκιο, ή καθόλου. Χρειάζεται παραγωγική και εισοδηματική πολιτική που να στηρίξει τον εργαζόμενο και τον μικρό παραγωγό, ώστε να περιορίζονται οι δανειακές του ανάγκες - όχι στο σουπερμάρκετ με πιστωτική κάρτα, ούτε στην ιδιωτική τράπεζα για ένα μικρό σπίτι. Η στεγαστική πίστη για τα μικρά εισοδήματα πρέπει να ασκείται με κοινωνικό κριτήριο το κόστος και όχι το κέρδος, από δημόσιο οργανισμό όπως είναι η Εργατική Κατοικία (ΟΕΚ) ή το Ταμείο Παρακαταθηκών για τους δημοσίους υπαλλήλους.

Κυριακή 5 Οκτωβρίου 2008

ΘΑ ΜΟΥ ΑΡΕΣΕ...

Του Δημήτρη Κουμάνταρου

Θα μου άρεσε η συγκρότηση στην Ελλάδα μιας κίνησης πολιτών που θα λεγόταν, ας πούμε, Συμπολιτεία ή όπως αλλιώς.
Κοινός τόπος των πολιτών που θα συγκροτούσαν την κίνηση θα ήταν οι πεποιθήσεις:Πως είναι ίδιοι και διαφορετικοί, ούτε καλύτεροι ούτε χειρότεροι, με όλους τους συμπολίτες τους σε όλη τη χώρα και σε όλα τα μήκη και τα πλάτη της γης.
Πως κανείς παρά τις επι μέρους γνώσεις κι εμπειρίες του δεν κατέχει σε αυτόν τον κόσμο την απόλυτη αλήθεια.Πως τους ανθρώπους τους συμφέρει να αναζητούν τη χρυσή τομή ανάμεσα στην ατομική ελευθερία και πρωτοβουλία και τη συλλογική οργάνωση και μέριμνα.
Πως η αρχή της δημιουργικότητας και της προσφοράς, ο καθένας ανάλογα με τις δεξιότητές του, εξασφαλίζει καλύτερες συνθήκες διαβίωσης από την αρχή ο κλέψας του κλέψαντος.
Η κίνηση δίχως να παραβλέπει τις ιστορικές εμπειρίες και την αντανάκλασή τους στο παρόν, αναγνωρίζοντας την πανανθρώπινη έκφραση της μονομέρειας, δεν θα έθετε κανέναν εκ τών προτέρων φυλετικό, φιλοσοφικό, θρησκευτικό, πολιτικό διαχωρισμό. Παράλληλα με αυτόν τον τρόπο θα υποδήλωνε την ανάγκη μιας νέας αφετηρίας για τη χώρα.
Πρώτος στόχος της κίνησης θα ήταν η ανοιχτή δημόσια απεύθυνση σε όλους ανεξαίρετα τους πολίτες, των πολιτικών και των κομμάτων τους συμπεριλαμβανομένων, για τη συγκρότηση, τώρα δίχως καμμία καθυστέρηση, μιας πανελλήνιας συσπείρωσης για την αναγέννηση της ελληνικής κοινωνίας.
Άξονες μιας τέτοιας συσπείρωσης θα μπορούσαν να είναι:
Η σταδιακή μετατροπή της Ελλάδας σε μια πρότυπη δημοκρατική, κοινωνικά δίκαιη και οικολογική χώρα, σε εστία συνάντησης του παγκόσμιου πολιτισμού για μια δημοκρατική δίκαιη και οικολογική διαχείρηση της παγκοσμιοποίησης με σεβασμό στις ιδιαίτερες ανάγκες του κάθε έθνους.
Η διεκδίκηση μαζί με άλλους λαούς και χώρες της δημοκρατικής εκλογής του ΟΗΕ, άλλων παγκόσμιων οργανισμών και της διοίκησης της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Η μελέτη για την ανάπτυξη πηγών ενέργειας ταιριαστών στο περιβάλλον και στις ιδιαίτερες δυνατότητες της χώρας.
Η διαφύλαξη κι ανάπλαση του φυσικού και οικιστικού περιβάλλοντος για να γίνει αυτό πιο όμορφο και πιο φιλόξενο για τους μόνιμους κατοίκους και τους επισκέπτες του.
Η ανάπυξη του πρωτογενούς τομέα της γεωργίας, κτηνοτροφίας και αλιείας και της δευτερογενούς μεταποίησης των σχετικών προϊόντων σύμφωνα με τις σύγχρονες ανάγκες της υγιεινής διατροφής.
Η επιδίωξη σε συνενόηση με τη γειτονική Τουρκία και το λαό της και με ταυτόχρονη διεκδίκηση προς την Ευρωπαϊκή Ένωση για δραστική αμοιβαία μείωση των δυσβάστακτων και για τις δύο χώρες στρατιωτικών δαπανών.
Η διασφάλιση ελάχιστων ικανοποητικών συνθηκών διαβίωσης, υγείας, παιδείας, για όλους ανεξαίρετα τους κατοίκους.
Η ανάπτυξη ενός συστήματος εξατομικευμένης φροντίδας για κάθε πολίτη σύμφωνα με τις ατομικές του ανάγκες.
Η χρηματοδότηση της παιδείας και της έρευνας τουλάχιστο στα επίπεδα του μέσου όρου της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Η εκπόνηση μιας ριζικής εκπαιδευτικής μεταρρύθμισης αντίστοιχης των σημερινών παιδαγωγικών αναγκών.
Ο διαχωρισμός κράτους και εκκλησίας.
Η καθιέρωση ενός δίκαιου φορολογικού συστήματος που θα αμβλύνει και δεν θα επιτείνει τις κοινωνικές ανισότητες.
Η θέσπιση πλήρους ελέγχου στη διαχείρηση του δημοσίου χρήματος και στη ποιότητα των παρεχόμενων προϊόντων κι υπηρεσιών τόσο στο δημόσιο, όσο και στον ιδιωτικό τομέα και εξοντωτικών και διαπομπευτικών ποινών για τους απατεώνες και καταχραστές.
Η μελέτη για τη καθιέρωση ενός νέου δημοκρατικού τρόπου εκλογής των αντιπροσώπων του λαού που θα αποθαρρύνει τη διαπλοκή, το ρουσφέτι, την αδιαφάνεια και θα αποτρέπει τη διακυβέρνηση της χώρας από κυβερνήσεις μειοψηφίας.
Η αξιοποίηση της σύγχρονης τεχνολογίας τόσο για την ενημέρωση των πολιτών όσο και για την άμεση και δημοκρατική λήψη των αποφάσεων.
Η συγκρότηση εκλεκτορικών σωμάτων για την επιλογή των διοικήσεων όλων των δημόσιων υπηρεσιών, με πρώτη εφαρμογή στην ΕΡΤ και με στόχο την αποκοπή του ομφάλιου λώρου μεταξύ κυβερνήσεων-κομμάτων και κράτους.
Όλοι αυτοί ή όποιοι άλλοι άξονες εντάσσονται σε ένα ευρύτερο σχέδιο αυτοθέσπισης της κοινωνίας σύμφωνα με τις τωρινές της ανάγκες, επανασυγκρότησης κι αναγέννησης της Ελλάδας. Μπορούν να διευκρινιστούν, να συγκεκριμμενοποιηθούν, να τροποποιηθούν, να αλλάξουν, στα πλαίσια ενός ευρύτατου διαλόγου μέσα στην ελληνική κοινωνία.
Το ζητούμενο είναι η κοινωνία μας να ξεκολλήσει από το τέλμα. Από τη θεοποίηση του ατομικού κέρδους. Από την αυτοαναπαραγωγική διασπαστική κι ανούσια πολιτικολογία. Από τον ατομισμό, την αλληλοϋπονόμευση, τη μετάθεση των ευθυνών μας στους άλλους, την δημαγωγία, τον φανατισμό, την προχειρότητα, την κομπίνα, την ασυδοσία, την αναξιοκρατία. Να αναπτύξει τη συλλογικότητα, την αλληλεγγύη, τον αλληλοσεβασμό, την ανοχή, τη δημιουργικότητα, την αμοιβαία προσφορά, τον διάλογο, την μελέτη, τον προγραμματισμό.
Σε αυτή τη συσπείρωση μπορούν να συμμετέχουν όσοι πολίτες, πολιτικοί, κόμματα το επιθυμούν με ίσα μεταξύ τους δικαιώματα.
Η αρχική κίνηση πολιτών που θα προτείνει και θα διεκδικήσει αυτήν την ευρύτερη δυνατή συσπείρωση, θα πρέπει να αναπτύξει παράλληλα κι ανάλογα με τις δυνάμεις της το ευρύτερο δυνατό δίκτυο ενημέρωσης κι επικοινωνίας για τη διεξαγωγή ενός απόντος σήμερα δημιουργικού διαλόγου μέσα στην ελληνική κοινωνία.
Απέναντι σε όλα όσα ή παρμεφερή εκτέθηκαν προηγούμενα υπάρχει και μια εναλλακτική λύση: Να περιμένουμε μεμψιμοιρόντας και ρίχνοντας ο ένας την ευθύνη στον άλλον. Να περιμένουμε να γίνουν οι εκλογές, να ξαναγίνουν οι εκλογές, να δυναμώσει το ένα κόμμα, να αποδυναμωθεί το άλλο κόμμα. Να συζητάμε για το αν το κενό είναι άσπρο ή μαύρο και για το αν θα βγούμε από το τέλμα με πράσινα, μπλέ ή κόκκινα άλογα.
Η επιλογή είναι ως συνήθως ατομική.

Παρασκευή 3 Οκτωβρίου 2008

Η πολιτική κρίση και η νέα αντίληψη

Άρθρο του Γ. Οικονόμου, δρος Φιλοσοφίας. Το κείμενο δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ (1/10/08)

Η σοβούσα από χρόνια πολιτική κρίση που ενέσκηψε έχει τις αιτίες όχι μόνο στις ιδιαίτερες ελληνικές πολιτικές, συνταγματικές και πολιτισμικές δυσλειτουργίες, αλλά και στο ίδιο το πολίτευμα και τον τρόπο οργάνωσής του. Οι βασικές αρχές του κοινοβουλευτικού πολιτεύματος συναρθρώνονται γύρω από τα κόμματα και την αντιπροσώπευση. Η κυρίαρχη ιδεολογία του βασίζεται στην ιδέα ότι οι άνθρωποι ως σύνολο δεν θέλουν ή δεν είναι ικανοί να κυβερνήσουν και να αυτοκυβερνηθούν και συνεπώς χρειάζονται τους πολιτικούς και τα κόμματα. Πρέπει επομένως οι πολλοί να αναθέτουν την εξουσία στα κόμματα και τους «αντιπροσώπους» την ημέρα των εκλογών και μετά να αποσύρονται από την πολιτική σκηνή και να εκτελούν τις αποφάσεις των «εκλεκτών» τους. Αυτή είναι η βάση και η ιδεολογία της ολιγαρχίας: οι ολίγοι ασκούν την εξουσία, λαμβάνουν τις αποφάσεις, θεσπίζουν τους νόμους, κυβερνούν, ενώ οι πολλοί είναι ικανοί μόνο να τους εκλέγουν και να υπακούουν. Το σημερινό πολίτευμα συνεπώς δεν είναι «αντιπροσωπευτική δημοκρατία», όπως συνήθως ονομάζεται -δεν είναι ούτε αντιπροσωπευτική ούτε δημοκρατία, αλλά ισχυρότατη ολιγαρχία. Την κατάσταση αυτή είχαν προβλέψει ο R. Michels και ο Μ. Ostrogorski, οι οποίοι στις αρχές του 20ού αιώνα είχαν διαγνώσει την ολιγαρχική τάση των κοινοβουλευτικών πολιτευμάτων, γνωστή ως «σιδηρούς νόμος της ολιγαρχίας». Κύρια όργανά της έχει τα κόμματα και την αντιπροσώπευση, που οδηγούν στην παθητικότητα και την απομάκρυνση των ανθρώπων από τα πολιτικά πράγματα, με συνέπεια να μην υπάρχει έλεγχος και αντίσταση στις «ολοκληρωτικές» τάσεις της ολιγαρχικής αυταρχικής διακυβερνήσεως. Η σηψαιμία του συστήματος αυτού διαπιστώνεται διεθνώς, ακόμη και από πολιτικούς που το υπηρέτησαν επί χρόνια.Ετσι η πολιτική κατάντησε σήμερα να σημαίνει πως εμποδίζονται οι άνθρωποι να ασχολούνται με ό,τι τους αφορά, να μη συμμετέχουν στα κοινά. Κυριαρχεί η αδιαφορία και η απάθεια για τα δημόσια πράγματα, η ιδιώτευση και η αποκλειστική επιδίωξη του ατομικού συμφέροντος, η έλλειψη συλλογικών οραμάτων και κοινωνικής αλληλεγγύης.Στα συμφραζόμενα αυτά δυστυχώς η έννοια της πολιτικής έχει υποστεί πολλές φθορές και καταχρήσεις και έχει επικρατήσει μια διαστρεβλωμένη έννοιά της, ότι δηλαδή πολιτική είναι οι εκλογές, οι βουλευτές, τα κόμματα και ο κρατικός μηχανισμός. Ομως η αληθής πολιτική, η δημοκρατική πολιτική είναι διαφορετική, είναι η συνειδητή, έλλογη συλλογική δραστηριότητα και αμφισβήτηση, που αποβλέπει στη θέσμιση της κοινωνίας. Δηλαδή η πολιτική είναι η άμεση δραστηριότητα ευρέων τμημάτων της κοινωνίας κατά την οποία τίθεται υπό αμφισβήτηση η συνολική ή η μερική θέσμιση της κοινωνίας. Η πολιτική αναδύεται αφ' ης στιγμής τίθεται το ερώτημα περί της ισχύος και του κύρους των θεσμών, το ερώτημα εάν και πότε οι θεσμοί είναι δίκαιοι, όπως τονίζει ο Κ. Καστοριάδης. Επομένως αυτό που έχει απόλυτη προτεραιότητα σήμερα είναι η ανάδειξη και η υποστήριξη της σχετικώς νέας ιδέας, της πραγματικής δημοκρατίας. Αυτό σημαίνει διεκδίκηση για συμμετοχή των ανθρώπων στις διάφορες μορφές της εξουσίας, που σήμερα είναι ανύπαρκτη. Η συμμετοχή αυτή δύναται να λάβει διάφορες θεσμικές μορφές, οι οποίες όμως δεν θα έλθουν από τα κόμματα, αλλά από την δράση και την κινητοποίηση των ανθρώπων, πράγμα που σημαίνει ότι αυτοί πρέπει να εξέλθουν από την ιδιώτευση και από την αδιαφορία για τα κοινά. Η εναπόθεση των ελπίδων στα κόμματα σημαίνει ανάθεση της εξουσίας στους ολίγους και ταυτοχρόνως παραίτηση και πολιτική αλλοτρίωση των υπολοίπων (βλ. Ν. Παρασκευόπουλος, «Οι πλειοψηφίες στο στόχαστρο», Πατάκης, Αθήνα, 2003, σ. 19). Εχει αποδειχθεί πια ότι οι πολιτικοί και τα κόμματα είναι ανίκανοι να διαχειριστούν τα σημαντικά προβλήματα των ανθρώπων, για τον λόγο ότι αφ' ενός δεν τα γνωρίζουν και αφ' ετέρου ενδιαφέρονται μόνο για τα δικά τους συμφέροντα και τα συμφέροντα των ολίγων ισχυρών χρηματοδοτών τους. Οι μόνοι ικανοί και αρμόδιοι να αποφασίσουν και να λύσουν τα προβλήματά τους είναι οι ίδιοι οι άνθρωποι, διότι τα γνωρίζουν καλύτερα και επί πλέον ως σύνολο είναι καλύτεροι κριτές από τους ολίγους. Η ιδέα αυτή, που αναδύθηκε και εφαρμόστηκε στις αρχαίες δημοκρατικές πόλεις, γνωστή ως «συλλογική υπεροχή των πολλών», έχει ξεχαστεί και συγκαλυφθεί (βλ. Γ.Ν. Οικονόμου, «Η άμεση δημοκρατία και η κριτική του Αριστοτέλη», Παπαζήσης, Αθήνα, 2007, σ. 279 κ.ε.). Το πρόβλημα συνεπώς δεν είναι ο δικομματισμός, όπως είναι του συρμού να λέγεται τελευταίως, αλλά ο κομματισμός εν γένει, η εξουσία των κομμάτων και η λογική της αντιπροσώπευσης. Αυτό λοιπόν που έχει σημασία δεν είναι ποιο κόμμα πρέπει να ψηφιστεί αλλά ποιες θέσεις, ποιες ιδέες πρέπει να αναδειχθούν και τι νέοι θεσμοί πρέπει να δημιουργηθούν. Αυτές οι νέες ιδέες και οι θεσμοί θα έχουν βάση τη συμμετοχή των ανθρώπων στην πολιτική εξουσία συνολικώς, τον ουσιαστικό διαχωρισμό των εξουσιών, τον ενδελεχή έλεγχό τους από τη βάση, εν ολίγοις την αποδυνάμωση της ολιγαρχικής λογικής και της κυριαρχίας των κομμάτων. Ο στόχος και ο αγώνας λοιπόν είναι για την αυτοοργάνωση και τον αυτοπροσδιορισμό, για τη δημιουργία μιας κίνησης που θα συμπεριλαμβάνει όλους αυτούς που δεν πιστεύουν στην κομματική εξουσία και τη λογική της αντιπροσώπευσης, και θα επινοήσει νέες μορφές οργάνωσης και δράσης. Προς τον σκοπό αυτό θα πρέπει να ξαναθυμηθούμε μια βασική αλήθεια που δίδαξε η αθηναϊκή άμεση δημοκρατία, και μεταξύ άλλων ο Μάης του '68, η εξέγερση του Πολυτεχνείου το 1973, και την έχουν τονίσει ο Κ. Καστοριάδης, η Χ. Αρεντ και ο J. S. Mill: «Ολα τα σφάλματα που είναι πιθανόν να διαπράξει κάποιος είναι ασήμαντα σε σύγκριση με ένα ολέθριο, πράγματι, σφάλμα: να επιτρέψει, δηλαδή, στους άλλους να του επιβάλουν αυτό που εκείνοι κρίνουν ότι είναι το καλό του».